- συνείδησιν
- συνείδησιςknowledge shared with anotherfem acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
συνείδηση — Κάθε άνθρωπος, που, από ψυχοφυσικής άποψης, δεν απομακρύνεται από το κανονικό, περνά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε μια κατάσταση που του επιτρέπει να «αντιλαμβάνεται», να «έχει συνείδηση» των όσων συμβαίνουν γύρω του και της ίδιας της… … Dictionary of Greek
CARO — horrori Pythagoraeis fuit: Unde multi antiquorum tradiderunt, eos omnibus epulis per mortem paratis abstinuisse, Quintilian. decl. 13. Sed falsam hanc opinionem A. Gellius vocat, l. 4. c. 11. docetque ex Aristoxeno, porculis minusculis et haedis… … Hofmann J. Lexicon universale
εκπλύνω — (AM ἐκπλύνω) 1. πλένω καλά, ξεπλένω 2. καθαρίζω ψυχικά, εξαγνίζω («τὸν βόρβορον τῶν πράξεων δάκρυσιν ἐκπλυθεῑσα», «Χαῑρε, λουτήρ, ἐκπλύνων συνείδησιν») … Dictionary of Greek
καυτηριάζω — (ΑΜ καυτηριάζω) [καυτήρας] 1. ιατρ. καίω με τον καυτήρα ή με πυρακτωμένο σίδερο πάσχοντες ιστούς τού σώματος για θεραπευτικούς σκοπούς, ενεργώ ιατρική καυτηρίαση 2. σχηματίζω με πυρακτωμένο σίδερο ένα σημάδι πάνω στο σώμα ζώου ή και ανθρώπου,… … Dictionary of Greek
Ελευθερόπουλος, Αβροτέλης — (Κωνσταντινούπολη 1873 – Αθήνα 1963). Φιλόσοφος και κοινωνιολόγος. Σπούδασε φιλοσοφία στη Λειψία (1892 96). Το 1914 αναγορεύτηκε καθηγητής της φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Ζυρίχης και το 1930 καθηγητής της κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο της… … Dictionary of Greek